Γράφει η Χριστίνα Αλαμάνου
Η ταμπέλα που έγραφε Via Solfatara είχε σχεδόν ξεκρεμαστεί στην άκρη του δρόμου. Η ατμόσφαιρα μύριζε θειάφι από το ηφαίστειο ενώ ο γαλάζιος ουρανός της Νάπολης μαύρισε από τα αεροπλάνα που πετούσαν πάνω από το λιμάνι. Άλλος ένας βομβαρδισμός είχε ξεκινήσει....
Λίγα μέτρα πιο κάτω στον αριθμό 5, μια γυναίκα τυλιγμένη με ένα μαντίλι στο κεφάλι βγήκε από το σπίτι κρατώντας σφιχτά δύο κορίτσια, που έκλαιγαν και σκουντουφλούσαν πάνω σε πέτρες καδρόνια και πτώματα .
Στο φτωχικό Ποτσουόλι, λίγο κοντά στη Νάπολη, χιλιόμετρα μακριά από το Χόλυγουντ, μπορούσες να κρυφτείς στα αραγμένα τρένα, στις αποβάθρες του λιμανιού ή στους λαβύρινθους της αρχαίας Ρωμαϊκής αγοράς.
Εκείνη την ημέρα, η Ρομίλντα μαζί με τις κόρες της, τη Σοφία και τη Μαρία επέλεξαν να κρυφτούν σε μια σήραγγα τρένων που είχε γεμίσει από αρουραίους και ψόφια ζώα. Η λαχτάρα και πείνα κυριαρχούσε. Αυτό θυμόταν η Σοφία Λόρεν όταν ετοίμαζε την αυτοβιογραφία της ενώ η λέξη '' Δύσκολα'' ήταν αυτή που βγήκε πολλές φορές από τα χείλη της.
Στη Ρώμη, στην Κλινική Ρεγγίνα Μαργαρίτα, για ανύπαντρες μητέρες, στις 20 Σεπτεμβρίου του 1934 γεννήθηκε η Σοφία Κοστάνζα Μπριτζίντα Σικολόνε , κόρη του Ρικάρντο Σικολόνε, μηχανικού κατασκευών ευγενικής καταγωγής (η Λόρεν έγραψε στην αυτοβιογραφία της ότι δικαιούται να αυτοαποκαλείται Μαρκησία της Λικάτα Σικολόνε Μουρίγιο) και της Ρομίλντα Μπιλαντί, δασκάλας πιάνου.
Ο πατέρας της Σοφίας ήταν ήδη παντρεμένος και αρνήθηκε να χωρίσει από τον πρώτο του γάμο για να παντρευτεί τη Ρομίλντα, που λίγο μετά την πρώτη της γέννα, έδωσε ζωή σε άλλο ένα κοριτσάκι, τη Μαρία τη μικρότερη αδελφή της Σοφίας.
Εγκατέλειψαν τη Ρώμη κατά τη διάρκεια του πολέμου και εγκαταστάθηκαν στο Ποτσουόλι, λίγο έξω από τη Νάπολη.
Αυτό που ζούσε ήταν ένας συνεχής αγώνας για επιβίωση. Η ίδια είχε εξομολογηθεί ότι δεν κοιμόταν ποτέ σε κρεβάτι με λιγότερα από τρία μέλη της οικογένειας, πάνω σε αυτό. Σε έναν βομβαρδισμό και τρέχοντας να κρυφτεί ένα θράσμα από την οβίδα γρατζούνισε το πηγούνι της. Όμως αυτή την ουλή δεν την έκρυψε ποτέ με κάποια πλαστική.
![]() |
| Ρομίλντα και Σοφία |
Ακόμα και όταν τελείωσε ο πόλεμος αφήνοντας πίσω του μια ολόκληρη πόλη κατεστραμμένη , η οικογένεια της Σοφίας τα έβγαζε δύσκολα πέρα.
Ο πατέρας απών αλλά η πείνα παρών. Πέρασε τα παιδικά της χρόνια με τους παππούδες της σε συνθήκες φτώχειας, όταν δεν υπήρχε ψωμί και έτρωγαν ακόμη και κουκούτσια βερίκοκου. Η εφηβεία της σημειώθηκε από τη δύσκολη σχέση με τον πατέρα της Ρικάρντο, από την έντονη παρουσία της μητέρας της Ρομίλντα, από την οποία κληρονόμησε το όνειρο να γίνει ηθοποιός.
Η γιαγιά Λουίζα είχε μια έξυπνη ιδέα. Μετέτρεψε το σαλόνι του σπιτιού τους σε μπαρ, όπου σέρβιρε σπιτικό λικέρ από κερασι. Η Ρομίλντα έπαιζε πιάνο, η Μαρία τραγουδούσε και η ντροπαλή Σοφία σερβίρε και έπλενε τα πιάτα. Και κάπως έτσι άρχισαν τα πράγματα να πηγαίνουν αλλιώς....
![]() |
| Η αδελφή της Μαρίας |
Η μεγάλη πορεία προς τη δόξα
Στα νιάτα της, η μητέρα της Σοφίας, η Ρομίλντα, είχε κερδίσει έναν διαγωνισμό ως σωσίας της Γκρέτα Γκάρμπο αλλά η Σοφία ήταν μόλις 15 ετών όταν έμαθε ότι στη Νάπολη γινόταν ένας διαγωνισμός ομορφιάς. Η ευκαιρία ήταν μπροστά της και μόλις ανοιγόταν μια μικρή χαραμάδα, σε μια πόρτα που δεν γνώριζε που τη βγάλει. Φόρεμα δεν είχε, παπούτσια δεν είχε, είχε όμως τη δίψα για ζωή. Ναι το στοίχημα το έβαλε. Θα την άλλαζε τη ζωή της.
Οι ροζ κουρτίνες έγιναν φόρεμα που ανέδειξαν τις καμπύλες της και οι άσπρες παλιές γόβες της μαμάς της βάφτηκαν καφέ και πατήθηκαν στη γέφυρα της ομορφιάς όπου απέσπασε χρηματικό βραβείο. Με τα λεφτά αυτά πήγε στη Ρώμη ξανά , ξεκίνησε δουλειά και εκπαίδευση.
Δυσκολίες αμέτρητες άλλα δε ίδρωνε το αυτί της. Η μητέρα της, την είχε εκπαιδεύσει αρκετά καλά παρότι στο οντισιόν, οι εικονολήπτες της έλεγαν ότι για να γίνει ηθοποιός που έπρεπε να σκεφτεί τη λύση της πλαστικής χειρουργικής, τόσο για τη μύτη της όσο και για το στόμα της.
Αυτή όμως ήταν μια βέρα Ναπολιτάνα και θα τους έδειχνε τι πάει να πει να πιστεύεις στα όνειρά σου…..
Ξεκίνησε ως φωτομοντέλο σε φωτορομάντζα , έπειτα κομπάρσα για το κινηματογραφικό στούντιο Cinecittà, πριν τραβήξει την προσοχή του μελλοντικού συζύγου της, Κάρλο Πόντι, 22 χρόνια πιο μεγάλος από τη Σοφία, τον οποίο και αργότερα παντρεύτηκε.
Ίσως αυτός ήταν η πατρική φιγούρα που δεν γνώρισε ποτέ ως παιδί. Υπό την καθοδήγησή του, η Σοφία υπέγραψε συμβόλαιο και εμφανίστηκε ως κομπάρσα σε δέκα ταινίες, ξεκινώντας με το Le sei mogli di Barbablù (1950) , πριν φτάσει σε δευτερεύοντες ρόλους. Σε αυτές τις πρώτες ταινίες, εμφανίστηκε με το πρώτο καλλιτεχνικό του όνομα που ήταν η Σοφία Λαζάρο .
Οι άνθρωποι του κάστ και όλοι όσοι πηγαινοέρχονταν στα στούντιο της Cinecittà, αστειευόντουσαν συχνά με το επίθετο της χαριτολογώντας ότι η ομορφιά της θα μπορούσε να αναστήσει και τους νεκρούς όπως αναστήθηκε ο Λάζαρος.
Μέχρι τα τέλη της εφηβείας της, η Σοφία έπαιζε πρωταγωνιστικούς ρόλους σε πολλές ιταλικές ταινίες μεγάλου μήκους, όπως το La favorita (1952) , Αΐντα, η σκλάβα του Νείλου (1953) . Το 1957 ξεκίνησε να πρωταγωνιστεί σε ταινίες και στην Αμερική.
Έτσι από το Ποτσουόλι βρέθηκε στην Τσινετσιτά, έπειτα στην ασπρόμαυρη Νάπολη του Ντε Σίκα και κάπως έτσι ένα αστέρι γεννήθηκε….
Ο συνδυασμός της μεσογειακής ομορφιάς και του ανεπιτήδευτου πάθους την έκανε ακαταμάχητη.
![]() |
| Καρλο Πόντι & Σοφία Λόρεν |
Πριν από τον γάμο της με τον Κάρλο Πόντι, η Σοφία Λόρεν έκανε δεσμό με τον εμβληματικό χολιγουντιανό γόη Κάρι Γκραντ, με τον οποίο γνωρίστηκαν το 1957 στα γυρίσματα της ταινίας «Υπερηφάνεια και πάθος». Εκείνη ήταν 23 ετών και ο Κάρι Γκραντ 30 χρόνια μεγαλύτερός της.
« Είχαμε μια πολύ όμορφη σχέση, αλλά ήμουν 23 ετών και ο Κάρι ήταν πολύ μεγαλύτερός μου. Όταν είσαι 23, οι ιδέες σου για τον έρωτα δεν είναι ξεκάθαρες, δεν ξέρεις τι κάνεις. Η πρώτη μου αμερικανική ταινία και συνέβαιναν πολλά πράγματα στη ζωή μου εκείνη την περίοδο. Ήδη είχα γνωρίσει έναν άνδρα στην Ιταλία, τον Κάρλο Πόντι, τον οποίο είχα ερωτευτεί »
Θυελλώδης αλλά σύντομη σχέση με τον Κάρι Γκράντ ενώ ο Πίτερ Σέλερς την ερωτεύτηκε τρελά. Ο Μάρλον Μπράντο προσπάθησε να απλώσει το χέρι επάνω της, αλλά η ίδια του αφαίρεσε κάθε δικαίωμα. Ο Μάρλον Μπράντο ''μπήκε…'' στη θέση του και όπως η ίδια δήλωσε δεν επιχείρησε ποτέ να ξανακάνει.
Το 1957 παντρεύτηκε τον μεγάλο της έρωτα, μεγαλοπαραγωγό Κάρλο Πόντι, 22 χρόνια μεγαλύτερό της, με τον οποίο απέκτησε δύο γιούς, τον διευθυντή ορχήστρας Κάρλο Πόντι και τον σκηνοθέτη Εντοάρνο Πόντι.
Ο γάμος τους όμως πέρασε από χίλια κύματα. Παντρεύτηκαν μέσω αντιπροσώπων στο Μεξικό, επειδή ο Πόντι δεν μπορούσε να χωρίσει από την πρώτη του γυναίκα, το διαζύγιο απαγορευόταν τότε στην Ιταλία. Ο γάμος τους ακυρώθηκε το 1962 και οι δυο τους αναγκάστηκαν να λάβουν τη γαλλική υπηκοότητα για να ξαναπαντρευτούν το 1966.
Παρά τις ερωτικές φήμες και τους θαυμαστές, η Λόρεν παρέμεινε πάντα αφοσιωμένη στον Πόντι, τον οποίο αποκαλούσε «μοναδικό έρωτα της ζωής της».
Ο σημαντικότερος δάσκαλός της ήταν ο Βιτόριο Ντε Σίκα, ο οποίος το 1954 σκηνοθέτησε την ταινία που έκανε μεγάλη επιτυχία, «Ο Χρυσός της Νάπολης» , και προκάλεσε τη συνεργασία της με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι σε 13 ταινίες και, τελικά, μια καριέρα στο Χολίγουντ.
Ο Λόρεν έγινε σταρ παίζοντας δίπλα σε μεγάλα ονόματα του Χόλυγουντ, όπως τον Κάρι Γκραντ «Σπίτι πάνω σε βάρκα» 1958, τον Κλαρκ Γκέιμπλ «Διακοπές στη Νάπολη» 1960, Φρανκ Σινάτρα «Υπερηφάνεια και Πάθος» «The Pride and the Passion» 19.
Το τραγούδι του Τάκη Μωράκη « Τι είναι αυτό που λένε αγάπη…» τραγουδάει η Σοφία Λόρεν στην ταινία «Το Παιδί και το Δελφίνι» 1957, που γυρίστηκε στην Ελλάδα.
Η αποδοχή της από το Χόλυγουντ έπαιξε ρόλο στο να κερδίσει την Όσκαρ καλύτερη ηθοποιό για την ερμηνεία της στην ταινία του Βιτόριο ντε Σίκα «Η Ατιμασμένη» («La Ciociara») (1961), στην οποία υποδυόταν μια θαρραλέα μητέρα ενός κοριτσιού κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Λόρεν έχει αποσπάσει: Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου (1962), Τιμητικό Όσκαρ (1991) για τη μεγάλη προσφορά της, Χρυσή Σφαίρα, BAFTA, David di Donatello (7 φορές), Τάγμα της Λεγεώνας της Τιμής στη Γαλλία, Τιμητικές διακρίσεις από Φεστιβάλ Βενετίας και Βενετίας.
Το 1999, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην 21η θέση μεταξύ των σπουδαιοτέρων Αμερικανίδων ηθοποιών του κινηματογράφου όλων των εποχών.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60 & 70 , έκανε ταινίες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού δίπλα σε κορυφαίους ηθοποιούς όπως ο Paul Newman , ο Marlon Brando , ο Gregory Peck και ο Charlton Heston . Η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1964) , Arabesque (1966) , Man of La Mancha (1972), Το πέρασμα της Κασσάνδρας (1976) .
Κέρδισε τον σεβασμό του κοινού με τις υπέροχες ιταλικές ταινίες της, ειδικά τον «Γάμος αλά ιταλικά» (1964) και «Μια ξεχωριστή μέρα» (1977) , στις οποίες συμμετείχε μαζί με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι . Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών έλαβε μια δεύτερη υποψηφιότητα για Όσκαρ και κέρδισε πέντε Χρυσές Σφαίρες.
Από τη δεκαετία του '80 και μετά, οι εμφανίσεις της Σοφίας στη μεγάλη οθόνη ήταν σπάνιες. Προτιμούσε να περάσει τον περισσότερο χρόνο της μεγαλώνοντας τους γιους της, Κάρλο Πόντι Τζούνιορ (γεν. 1968) και Εντοάρντο Πόντι (γεν. 1973).
Οι μόνες της εμφανίσεις ως ηθοποιοί κατά τη διάρκεια της δεκαετίας ήταν πέντε τηλεοπτικές ταινίες, ξεκινώντας με την ταινία «Σοφία Λόρεν: Η Δική της Ιστορία» (1980) , μια βιογραφική ταινία στην οποία υποδύθηκε τον εαυτό της και τη μητέρα της.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, απέρριψε τον ρόλο της Alexis Carrington στην τηλεοπτική σειρά Dynasty. Αν και επρόκειτο να πρωταγωνιστήσει σε 13 επεισόδια του Falcon Crest του CBS το 1984 ως η ετεροθαλής αδερφή της Angela Channing, Francesca Gioberti, οι διαπραγματεύσεις ναυάγησαν την τελευταία και ο ρόλος που πήγε στιγμή στην Gina Lollobrigida . Ο Λόρεν προτίμησε να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στην ανατροφή των γιων της.
Το 1982 πέρασε δεκαεννέα ημέρες στη φυλακή για φοροδιαφυγή.
Καθ' όλη τη δεκαετία του 1990 και του 2000, η Λόρεν ήταν επιλεκτική στην επιλογή των ταινιών της και ασχολήθηκε με διάφορους επιχειρηματικούς τομείς, όπως βιβλία μαγειρικής, γυαλιά, κοσμήματα και αρώματα. Το 1991, η Σοφία έλαβε τιμητικό βραβείο Όσκαρ για το σύνολο του έργου της και ανακηρύχθηκε «ένας από τους μεγαλύτερους θησαυρούς του παγκόσμιου κινηματογράφου».
Έλαβε υποψηφιότητα για τη Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία της στην Ready to Wear (1994) του Ρόμπερτ Άλτμαν , στην οποία συμμετείχε η Τζούλια Ρόμπερτς και την ίδια χρονιά, ένα Χρυσό Αστέρι Φοίνικα , στο Palm Spring της ταινίας στην Καλιφόρνια .
Την ίδια χρονιά, βίωσε μια τρομερή απώλεια όταν η μητέρα της πέθανε από καρκίνο. Η επιστροφή της στις ταινίες έγινε με το Πρετ-α-πορτέ (1994) που έτυχε θερμής υποδοχής, αν και η ταινία στο σύνολό της δεν είχε τα αναμενόμενα έσοδα.
Ακολούθησε η μεγαλύτερη αμερικανική επιτυχία της εδώ και χρόνια η κωμωδία Γρουσούζηδες, μα τρελα ερωτευμένοι (1995) , στην οποία υποδύθηκε μια σέξι διαζευγμένη γυναίκα που θέλει να αποπλανήσει τον Γουόλτερ Ματάου .
Την επόμενη δεκαετία, η Σοφία είχε σημαντικούς ρόλους σε ταινίες όπως το Soleil (1997) , το Between Strangers (2002) (σε σκηνοθεσία του Εντοάρντο Πόντι) και το Πάθος και προδοσία (2004) .
Ακόμα όμορφη στα 72 της, πόζαρε ελάχιστα ντυμένη για το ημερολόγιο Pirelli του 2007. Δυστυχώς, την ίδια χρονιά θρήνησε τον θάνατο του 94χρονου συζύγου της, Κάρλο Πόντι. Το 2009, μετά από πολύ καιρό μακριά από τον κινηματογράφο, εμφανίστηκε στο μιούζικαλ Εννέα (2009) δίπλα στον Ντάνιελ Ντέι-Λούις .
Η πείνα, έλεγε πάντα, ήταν ένα σημαντικό θέμα των παιδικών της χρόνων.Καμία σταρ του κινηματογράφου δεν έχει φωτογραφηθεί τόσο πολύ με φαγητό και δεν είναι τυχαίο ότι η Σοφία Λόρεν έχει εκδώσει βιβλία μαγειρικής με μεγάλη επιτυχία.
Εξέδωσε για πρώτη φορά στα Ιταλικά το βιβλίο μαγειρικής της, In Cucina con Amore , το 1971. Ένα χρόνο αργότερα, μεταφράστηκε στα αγγλικά ως In the Kitchen With Love και γρήγορα μπήκε στα αμερικανικά ράφια .
Η Σοφία Λόρεν λάτρευε το φαγητό. Άλλωστε, μιλάμε για μια κυρία που έχει δηλώσει: «Τα σπαγγέτι τρώγονται καλύτερα αν τα ρουφάς σαν ηλεκτρική σκούπα».
Η Σοφία Λόρεν είναι μητέρα, γιαγιά και νονά της Νονά της Ντρου Μπάριμορ.
Σήμερα ζει στη Γενεύη, αλλά ως μια γνήσια κοσμοπολίτισσα γυναίκα έχει ζήσει σε ονειρεμένα σπίτια στο Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και το Παρίσι, κρατώντας στην καρδιά της την ανάμνηση του «ομορφότερου σπιτιού στον κόσμο», που βρισκόταν στο Μαρίνο της Ιταλίας, λίγο έξω από την Ρώμη.
Με αυτά τα πράσινα μάτια που χωράνε όλη τη Μεσόγειο , το σμιλευμένο κορμί, την εξυπνάδα και τη διορατικότητά της , κατέκτησε τον κινηματογράφο παίζοντας σε πάνω από εκατό ταινίες.
Μιλάει ναπολιτάνικα, αλλά γνωρίζει άλλες τέσσερις γλώσσες αν και λάτρευε να μιλάει σωστά αγγλικά γι΄αυτό και άκουγε κασέτες από το πρωί έως το βράδυ για να διορθώσει την προφορά της.
Κέρδισε το Όσκαρ με το κουρελιασμένο φόρεμα της Τσιοτσιάρας, αλλά φοράει ρούχα Αρμάνι, ταξιδεύει συχνά στις ΗΠΑ για να περάσει χρόνο με τους γιους της και τις οικογένειές τους.
Δύσκολα θα ξαναγεννηθεί άλλη Σοφία Λόρεν….!







































Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου