Social Icons

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

Ελλη Λαμπέτη: 87 χρόνια απο την γέννηση της...




 Επιμέλεια Χριστίνα Αλαμάνου, 


Η φωνή της μάγευε. Το κοινό την παρακολουθούσε υπνωτισμένο. Οι κριτικοί την στεφάνωναν πάντα με τα καλύτερους επαίνους και οι συνάδελφοι της την θαύμαζαν. 

Η πορεία της στον επαγγελματικό της δρόμο θα μπορούσε να ειπωθεί και ως παραμύθι, η πορεία όμως στη ζωή της φάνηκε να ακολουθεί αντιστρόφως ανάλογη τροχιά. 

Η ανατροπή διαδεχόταν η μια την άλλη και η ζωή της γέμισε σαν ένα σενάριο δραματικής πλοκής που κατέλειξε σε ένα τραγικό τέλος. 


Αυτή ήταν η Έλλη Λαμπέτη, το ζωντανό κορίτσι με τα μαύρα που η φιγούρα της ήταν αέρινη αλλά η ματιά της πετούσε φλόγες που πυράκτωνε στο πέρασμα της κάθε τι γύρω της… Φάνταζε σαν αερικό, σαν μια νεράιδα,  ένα μαγικό πλάσμα που το πρώτο δάκρυ της κύλησε ένα ανοιξιάτικο συννεφιασμένο πρωινό του 1926, στις 13 Απριλίου και φάνηκε από την αρχή αναποφάσιστη για το αν θα ζήσει. 


Η μητέρα της, η Τάσα, όπως την έλεγαν στα Βίλλια, ρώτησε με ανησυχία τον γιατρό που την ξεγέννησε αν το δεύτερο μωρό που ακολούθησε μια ώρα μετά από τη πρώτη γέννα της , θα ζήσει.  Έξι φορές βουτήχτηκε το κορμάκι της σε δύο λεκάνες από νερό, μια στο κρύο μια στο ζεστό.

Ο Κώστας Λούκος, ο πατέρας της, την υποδέχτηκε ιδρωμένος έξω απ’ το χειρουργείο. Πριν μια ώρα είχε μάθει ότι απέκτησε το γιό του και αμέσως μετά την 5η κόρη του μετά την πρώτη, τη Φωτεινή, που ήταν  έντεκα χρονών , την Κούλα, την Ειρήνη και την Αντιγόνη.

Η Έλλη Λαμπέτη ήταν έντυπωσιακά όμορφη , επιβλητική, γελούσε δυνατά , είχε μια αθωότητα που μάγευε και αφόπλιζε όποιον βρισκόταν δίπλα της,  αρκούσε και μόνο ένα βλέμμα με τα μεγάλα μαύρα εκφραστικά μάτια που λαμπίριζαν στο σκοτάδι και στη σκηνή.  

Υπήρξε ένας ζωντανός θρύλος, μια μοναδικά εξαιρετική ηθοποιός, ένα θηλυκό που λάτρεψαν εκατοντάδες άνδρες , που πίσω από τα μαύρα μάτια και τους σκαμμένους μαύρους κύκλους βρισκόταν μια γυναίκα φιλόδοξη από τους πρόποδες του Κιθαιρώνα που ονειρευόταν  τη ζωή της γεμάτη από αγάπη και χαρούμενα οικογενειακά πρόσωπα. 

Το 1928, όταν η Έλλη ήταν μόλις δύο ετών, η οικογένεια βρέθηκε στην Αθήνα, επειδή η ταβέρνα του πατέρας της στα Βίλλια δεν πήγαινε καλά αλλά και επειδή επιθυμία της μητέρας ήταν να σπουδάσουν στην πρωτεύουσα όλα τα παιδιά της. Έτσι, την άνοιξη του 1928 η οικογένεια εγκαταστάθηκε σ’ ένα μικρό σπίτι με δύο δωμάτια, στην οδό Μιχαήλ Βόδα 139, που αργότερα θα έπαιρνε το όνομα της.  Όμως, τα Βίλλια θα έμεναν πάντα στη ζωή τους, αφού κάθε καλοκαίρι δραπέτευαν από την Αθήνα, για να βρεθούν εκεί, στο «αρχοντικό», όπως το αποκαλούσαν οι γείτονες, ένα απλό, διώροφο σπίτι με άνετα δωμάτια κι έναν μεγάλο κήπο, σαν πίνακας του Ρενουάρ όπως ή ίδια έλεγε. 

Ο θάνατός του δίδυμο αδελφού της από φυματίωση, το 1941, σε ηλικία μόλις 15 ετών, βύθισε την οικογένεια Λούκου στο πένθος· ιδιαίτερα τη δίδυμη αδελφή του την αγαπημένη  του Έλλη  που η ίδια έφηβη πια,  ντύνεται για πρώτη φορά στα μαύρα. 


Μια κακοτυχία την κυνηγά από μικρή ηλικία. Παθαίνει πάρεση όταν μαζί με τον Μπελογιάννη εκτελέσθηκε ένας πολύ καλός της φίλος, χάνει το φως της για λίγες ημέρες όταν μαθαίνει για τον θάνατο της αδελφής της.  Η ζωή της γεμίζει σκιές , θρήνους και απώλειες, χάνοντας στη πορεία νωρίς και τα άλλα τέσσερα αδέλφια της. Το 1944 φεύγει από τη ζωή η μητέρα της Αναστασία,  από αδέσποτη σφαίρα την ώρα που έραβε στη ραπτομηχανή της. 

Από την ηλικία των 5 ετών η ίδια γνώριζε ότι αυτό που θέλει να κάνει η ίδια στη ζωή της είναι να παίζει πάνω σε μια σκηνή. Ο θείος της, Τάσος Σταμάτης θεατρικός της μέντορας επέμενε πως με το επίθετο ‘’Λούκου’’ δεν θα είχε κανένα μέλλον η μικρή Ελλη στο χώρο του Θεάτρου. Υποχρεώθηκε να αλλάξει το όνομα της. Το Λαμπέτη βγήκε μέσα από έναν ήρωα του Αστραπόγιαννου του Βαλαωρίτη το 1941 , όταν έδινε εξετάσεις στη σχολή Εθνικού Θεάτρου και της Κοτοπούλη.
‘’ Όσο ζούσε η Κοτοπούλη ένιωθα ότι δεν θα μου συμβεί τίποτα κακό. Όλα τα άσχημα ήρθαν μετά…’’
«Μισούσε τ’ αρχαία ελληνικά, με τον ίδιο ίσως τρόπο που θα μισούσε και τον Δημήτρη Χορν, όταν θα έπαιζε, μετά από χρόνια, για πρώτη φορά μαζί του, στο Εθνικό Θέατρο. Και στις δύο περιπτώσεις το κλειδί του μυστηρίου ίσως να ’ταν το ίδιο – στην επόμενη φάση παραμόνευε το μεγάλο πάθος…» γράφει ο Φρέντυ Γερμανός στη βιογραφία της. 

Πολύ σύντομα, το 1942, έκανε την πρώτη επίσημη θεατρική της εμφάνιση, στο έργο «Η Χάννελε πάει στον Παράδεισο» του Χάουπτμαν. 


Η Έλλη έζησε μεγάλους έρωτες αλλά και μεγάλες απογοητεύσεις. Σχεδόν όλοι άνδρες της ζωής της ή ήταν μεγαλύτεροι ή κατά πολύ μικρότεροι. Ερωτεύτηκε για πρώτη φορά στα 17της χρόνια με τον κατά 20 χρόνια μεγαλύτερο της ποιητή Σγουρδέλη, διπλωμάτη και ποιητή που ζούσε μόνιμα στη Γαλλία και βρέθηκε στην Ελλάδα λόγω του πολέμου. Η σχέση τους κράτησε κάτι λιγότερο από 2 χρόνια. Για χάρη της έγραψε μια ποιητική συλλογή με τίτλο "Ατέρμονη πορεία προς τον ήλιο", ενώ την απομάκρυνε από το θέατρο και προσπάθησε να τη στρέψει στη ζωγραφική αλλά όταν ξαναγύρισε στο Παρίσι εκείνη δεν τον ακολούθησε. 

Έκανε και το κινηματογραφικό της ντεμπούτο, στην ταινία «Αδούλωτοι Σκλάβοι» και το 1948 συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Κώστα Μουσούρη, τον μεγάλο αντίπαλο του Κουν. Εκείνη τη χρονιά γνωρίστηκε και με τον Αλέκο Αλεξανδράκη τον πρώτο μεγάλο της έρωτα.

Ο Φρέντυ Γερμανός γράφει χαρακτηριστικά: «…Κάθε βράδυ διασχίζουν το πάρκο ανάμεσα στους ερωτικούς αναστεναγμούς και στα ξερόκλαδα που τρίζουν πίσω απ’ τους θάμνους. Στα 1949 το Πεδίον του Άρεως είναι ο Παράδεισος των άστεγων εραστών – γκαρσονιέρες έχουν μόνο οι εφοπλιστές και οι βιομήχανοι!

Ο Αλεξανδράκης βέβαια δεν μπορεί να πιστέψει ότι, πριν καλά καλά βγάλει τη δραματική σχολή, έχει αρχίσει να βγαίνει με τη διάσημη πια Έλλη Λαμπέτη. “Έστω και φιλικά βέβαια”. Κάθε βράδυ κουβέντιαζαν για ένα σωρό πράματα – απ’ το ελληνικό θέατρο ως τον εμφύλιο πόλεμο… Ήταν κι οι δυό τους αριστεροί – αυτό ήταν ένα άλλο κοινό σημείο ανάμεσά τους. Ύστερα ένα βράδυ τού λέει αναπάντεχα: “Είμαι πολύ γριά για σένα – το ξέρεις; Σε περνάω δύο ολόκληρα χρόνια”. Το δεύτερο ημίχρονο αρχίζει, ο διαιτητής έχει βγάλει κιόλας τη σφυρίχτρα του. Το άλλο βράδυ θα τους καταπιούν οι θάμνοι του πάρκου…».


Δύο χρόνια μετά, γνωρίζει ένα νεαρό δημοσιογράφο τον Μάριο Πλωρίτη για να ακολουθήσει ο γάμος τους τον Αύγουστο του 1950. Χωρίζουν τρία χρόνια μετά, το 1953, όταν συναντήθηκε ξανά με τον νεαρό κοσμοπολίτη με τον ξενικό επίθετο, τον νεαρό που ως μέλος της κριτικής επιτροπής θεάτρου Κοτοπούλη είχε αποφανθεί λακωνικά για τη Λαμπέτη… ‘’ Δεν τα λέει…’’ 

Την άνοιξη του 1953, ο Θίασος Λαμπέτη – Παππά – Χορν θα πήγαινε στην Αίγυπτο, για να γυρίσουν το «Κυριακάτικο ξύπνημα», την πρώτη ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, τα εξωτερικά γυρίσματα της οποίας είχαν ήδη γίνει στην Αθήνα.



Ο έρωτας Λαμπέτη-Χόρν γράφτηκε σε εκατοντάδες πρωτοσέλιδα εφημερίδων και περιοδικών. Ήταν ένα ζευγάρι που Αθηναϊκή Κοινωνία λάτρεψε από τη πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε να παίζει μαζί στη σκηνή.  Και οι δύο τους έγραψαν μία από τις πιο λαμπερές σελίδες στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου.
Συγκρότησαν δικό τους θίασο, μαζί με τον Γιώργο Παππά, ανεβάζοντας έργα «Ο βροχοποιός», «Νυφικό Κρεβάτι», «Το παιχνίδι της Μοναξιάς» . 

Στη μεγάλη οθόνη, υπήρξαν συμπρωταγωνιστές στην «Κάλπικη Λίρα» (1956) του Γιώργου Τζαβέλα. Άλλες κινηματογραφικές επιτυχίες της Έλλης Λαμπέτη, αυτής της περιόδου, είναι το «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954), «Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956) και «Το τελευταίο ψέμα» (1957) του Μιχάλη Κακογιάννη.
Παρότι η Έλλη Λαμπέτη και ο Δημήτρης Χορν υπήρξαν αγαπημένο ζευγάρι στη ζωή και στο σανίδι, η σχέση τους έφτασε στο τέλος της το 1959. Δήλωσαν ότι θα συνεργαστούν και πάλι σύντομα, κάτι όμως που δεν έγινε ποτέ.
Όταν χώρισε με τον Δ. Χορν ,  γνώρισε τον αμερικανό συγγραφέα Φρέντερικ Γουέηκμαν (Frederic Wakeman), τον οποίο παντρεύτηκε για να χωρίσει και πάλι  το 1976 μετά από πολλά προβλήματα.
Το 1968, ο καρκίνος έκανε την εμφάνισή του στη ζωή της Λαμπέτη. «Τη χτυπάει την άνοιξη – γράφει ο Φρέντυ Γερμανός – δηλαδή την εποχή που οι πεταλούδες πετάνε από λουλούδι σε λουλούδι πιο ανέμελες από ποτέ… Η Λαμπέτη υπέστη γαστρορραγία θα είναι η επίσημη εκδοχή που θα γράψουν το άλλο πρωί οι εφημερίδες, αλλά την ίδια ώρα η Έλλη… κάνει μαστεκτομή στον “Ευαγγελισμό”…». 

Μια προσπάθεια υιοθεσίας από κοινού με τον σύζυγο της  Γουέηκμαν, της μικρής Έλίζας της δημιούργησε πολλά προβλήματα, όταν δικαστική απόφαση την υποχρέωσε να επιστρέψει το παιδί, μετά παρέλευση 4 χρόνων, στους φυσικούς γονείς του. Η περιπέτεια αυτή της δημιούργησε κατάπτωση και μελαγχολία, κρατώντας την μακριά από το θέατρο.


Η  μεγαλύτερή της επιτυχία ‘’το Λεωφορείο ο πόθος ‘’ είχε γεμίσει το καμαρίνι της από εκατοντάδες τριαντάφυλλα και συγχαρητήριες επιστολές, μια εξ αυτών ήταν και του Σεφέρη ενώ το ‘’Πέπσι’’ είχε τεράστια εμπορική επιτυχία αφού κατάφερε να ανέβει σε 400 παραστάσεις , ένας αριθμός ρεκόρ για εκείνη την εποχή. 

Για την ερμηνεία της στο "Τελευταίο ψέμα" ήταν υποψήφια για βραβείο BAFTA (British Academy of Film and Television Arts) A' γυναικείου ρόλου.
Ο καρκίνος έκανε την επανεμφάνισή του μετά από 11 χρόνια.  Οι μεταστάσεις ήταν συνεχείς. Οι χημειοθεραπείες στις οποίες υποβλήθηκε έπληξαν τις φωνητικές της χορδές, με αποτέλεσμα σταδιακά να χάσει και τη φωνή της. Η τελευταία παράσταση στην οποία πρωταγωνίστησε στην Αθήνα ήταν τα "Παιδιά ενός κατώτερου Θεού" στο ρόλο της κωφάλαλης Σάρα. «Είσαι η πιο ερωτική κωφάλαλη που πέρασε ποτέ απ’ το ελληνικό θέατρο – από κάθε ίσως θέατρο» της είπε ο Μάνος Χατζιδάκις…

Οι τελευταίες μέρες της Λατρεμένης μας Έλλης Λαμπέτη, μέσα στο «Όρος Σινά» της Νέας Υόρκης, καταγράφονται μοναδικά από τον Φρέντυ Γερμανό στον συναρπαστικό επίλογο του πραγματικά υπέροχου βιβλίου του «Έλλη Λαμπέτη».

«Στις 31 Αυγούστου θα ψιθυρίσει:
“Αργώ πολύ να πεθάνω”.
Και λίγες ώρες αργότερα θα πει στην Αντιγόνη, που σκύβει πάνω απ’ το μαξιλάρι της: “Ένα τριαντάφυλλο. Μόνο ένα τριαντάφυλλο”. Αυτό θέλει στην κηδεία της – μονάχα ένα τριαντάφυλλο. 

Στο κύκνειο αυτό άσμα της, το κοινό της χαρίζει τη μεγαλύτερη επιβεβαίωση που πήρε ποτέ. Έσβησε σε νοσοκομείο της Αμερικής στις 3/9/1983  στις 7.30 το πρωί σε ηλικία 57 ετών.
Η τελευταία προσφορά της ήταν η δωρεά των ματιών της.
Η ζωή της γράφτηκε σε βιβλίο από τον καλό της φίλο και δημοσιογράφο Φρέντυ Γερμανό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: