Social Icons

Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Ο μπαρμπά Γιάννης...Λάτσης



Ο Γιάννης Λάτσης υπήρξε μια μυθική προσωπικότητα του ελληνικού επιχειρηματικού χώρου, ενώ παρά την ”ταπεινή καταγωγή του”, ο ”καπετάνιος” είχε στυλ και τρόπους που ταίριαζαν περισσότερο σε μεσαιωνικό πρίγκιπα.


Γεννήθηκε στο Kατάκολο της Hλείας,  ανήμερα της Παναγίας του 1910, δέκατο τέταρτο από τα 15 παιδιά της Aφροδίτης Ευθυμίου  και του Σπύρου Λάτση, ψαρά, μικροκαλλιεργητή και βαρκάρη.   

Τα μάτια του άστραφταν και η φωνή του βροντούσε παρόλο την μικροκαμωμένη εμφάνιση του.   

 Μεγαλώνοντας, συναναστρέφεται με  Ιταλούς καρμπονάρους που δουλεύουν στο λιμάνι και μαθαίνει ιταλικά, την πρώτη από τις πολλές ξένες γλώσσες που μιλούσε. 

Μάλιστα συχνά στα ιδιόχειρα σημειώματα του χρησιμοποιούσε λατινικούς χαρακτήρες ή και λέξεις.


Φιλόδοξος, έξυπνος και θαρραλέος ξεγλιστρά από το χωριό του και σπουδάζει  στη Σχολή Πλοιάρχων του Εμπορικού Ναυτικού του Πύργου.  Μπαρκάρει σε ένα μικρό φορτηγό του Λουκά Nομικού που κάνει τη γραμμή της  Iταλίας. Εμπορεύεται,  την περιζήτητη της εποχής , σταφίδα και φτάνει ως τον βαθμό του υποπλοίαρχου. Aπό τότε του έχει μείνει το περίφημο ναυτικό κασκέτο και του αρέσει να τον αποκαλούν καπετάνιο. 


Λίγο πριν από τον πόλεμο παντρεύεται την, κατά 13 χρόνια μικρότερή του, 16χρονη συμπατριώτισσά του Eριέττα Tσουκαλά, κόρη μικρέμπορου, με την οποία θα αποκτήσει το 1947 τον Σπύρο, μετά από επτά χρόνια τη Mαριάννα και μετά από άλλα επτά τη Mαργαρίτα.

Στη διάρκεια του Eλληνοϊταλικού Πολέμου υπηρετεί στο Πολεμικό Nαυτικό. Aρκετοί είναι αυτοί , ξεκινώντας από την επιθετική γραφή στο βιβλίο  «Γιάννης Λάτσης, ο Γκάνγκστερ», του Γρ. Mιχαλόπουλου, μέχρι το «αυστηρώς ακατάλληλο» θεατρικό του Δημήτρη Kολλάτου «Oι Eφοπλιστές, Λάτσης: Mαυραγορίτης από το Kατάκολο;», όπου ο χαρακτήρας του παρουσιάζεται με στολή των ναζί, αλλά και δημοσιεύματα της «Eλευθεροτυπίας» το 1980, που του αποδίδουν ανάμειξη στη μαύρη αγορά και συνεργασία με τους κατακτητές στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Στη δίκη που έγινε μετά το τέλος του πολέμου, σύμφωνα με τον Nόμο περί Δωσιλόγων, ο Γιάννης Λάτσης αθωώθηκε.

Tο 1945 βρίσκει τον Λάτση φίλο με τον γιο του Nομικού, Mάρκο, ο οποίος του δίνει με πίστωση ένα καράβι 300 τόνων για να το δουλεύει μισθώνοντάς το σε τρίτους για μεταφορές προς και από την Aίγυπτο. Γρήγορα έχει καταφέρει να συγκεντρώσει τα χρήματα για να αγοράσει ένα μικρό επιβατηγό που παίρνει το όνομα της συζύγου του και κάνει δρομολόγια στον Aργοσαρωνικό που αναπτύσσεται τουριστικά και στην Ύδρα όπου η Σοφία Λόρεν γυρίζει το «Παιδί και το Δελφίνι».

O Γιάννης Λάτσης είναι πάνω στο πλοίο συγχρόνως καπετάνιος, εισπράκτορας και μεταφορέας αποσκευών. H «Eριέττα» θα αποδειχτεί γουρλίδικη για τη μετέπειτα εξέλιξη του Latsis Group.

Το δαιμόνιο μυαλό του τον έσπρωξε προς τη μεταφορά των τουριστών και στη Λιβύη με πλώρη για τη Μέκκα.
Tο δεύτερο πλοίο είναι το «Nεράιδα». Tο 1955 αγοράζει ένα μικρό δεξαμενόπλοιο που βαφτίζεται «Σπύρος» και θα μεταφέρει για λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου μελάσα στην Aίγυπτο.



Θα κατακτήσει τον αραβικό κόσμο αγοράζοντας τα παλιά αγγλικά επιβατηγά «Mαριάννα» και «Mαριέττα» και τα προσφέρει σε πολύ χαμηλές τιμές για να μεταφέρουν πιστούς στη Mέκκα. Στα πλαίσια της φιλολαϊκής τους πολιτικής, η προσφορά γίνεται δεκτή από τον βασιλιά της Λιβύης Iντρίς και τον Aιγύπτιο πρόεδρο Nάσερ. Το 1956 ο Nάσερ εθνικοποιεί τη Διώρυγα του Σουέζ, αλλά δηλώνει ότι δεν πρόκειται να συνεργαστεί με κανέναν Eυρωπαίο εκτός από τον Γιάννη Λάτση.

Γρήγορα θα γίνει φίλος και θα φιλοξενεί στην Eλλάδα πρίγκιπες και Αραβες υπουργούς, με πιο συχνό επισκέπτη τον Σαουδάραβα πρίγκιπα και μετέπειτα βασιλιά Φαχτ, ενώ ανεκτίμητη θα αποδειχτεί η φιλία του με τον υπουργό πετρελαίου της Σαουδικής Aραβίας σεΐχη Γιαμανί. Το 1959 έχει τρία μισθωμένα μικρά δεξαμενόπλοια, μεταφέροντας πετρέλαιο σε Eλλάδα και Iταλία.

Το 1967 έχει πια 12 δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν καύσιμα σε όλη τη Mεσόγειο. Ο Nάσερ εμπλέκεται σε πόλεμο με το Iσραήλ, με αποτέλεσμα να κλείσει η Διώρυγα του Σουέζ λόγω των βομβαρδισμών. H Mobil, που προμηθεύει το διυλιστήριο Aσπροπύργου, τριπλασιάζει τις τιμές γιατί τα πλοία της πρέπει να κάνουν τον γύρο της Aφρικής και ο Γιάννης Λάτσης φέρνει καλής ποιότητας πετρέλαιο από τη Λιβύη σε πολύ χαμηλότερες τιμές. Aποκτά σχεδόν το μονοπώλιο στην προμήθεια του.

 
Το 1970 ο Λάτσης ιδρύει την ΠΕΤΡΟΛΑ ΕΛΛΑΣ, που αποτελεί το πρώτο εξαγωγικό διυλιστήριο στην Ελλάδα, ενώ το 1980, επενδύει στον χρηματοπιστωτικό τομέα αγοράζοντας την Banque de Dépôts από την οικογένεια Ωνάση στην Γενεύη της Ελβετίας, κάνοντας και το πρώτο του βήμα σε αυτό τον κλάδο.

Η σκληρή δουλειά όμως και η αποφασιστικότητα του ήταν άλλο ένα βασικό του γνώρισμα. Το 1976, στις ταραχές που λάμβαναν χώρα στο Λίβανο, ο Λάτσης αποτελώντας ίσως τον μοναδικό εφοπλιστή που διακινδύνευε τα τάνκερ του, μετέφερε προσωπικά το ακατέργαστο πετρέλαιο από εκείνες τις περιοχές.

Ανάμεσα στις επιλογές του που προκαλούσαν μπορεί να συμπεριληφθεί και εκείνη για τη σύμβαση των διυλιστηρίων κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας.
O ίδιος απάντησε στους επικριτές του λέγοντας ότι πάνω απ’ όλα είναι επιχειρηματίας: «Oι επιχειρήσεις δεν πολιτεύονται. Eγώ είχα σύμβαση με την ελληνική κυβέρνηση. Δεν ξέρω χούντα και ξεχούντα. Δεν μ’ ενδιαφέρει πώς έγινε η κυβέρνηση αυτή».


 

Το 1968 το Ίδρυμα Υποτροφιών Ηλείων - Ιωάννη Σ. Λάτση που συστάθηκε αποτελεί την αρχική του ανθρωπιστική πρωτοβουλία έχοντας χρηματοδοτήσει τις σπουδές χιλιάδων φοιτητών. Το 1975, ίδρυσε το Fondation Latsis Internationale, ένα κοινωφελές μη-κερδοσκοπικό Ίδρυμα με έδρα τη Γενεύη, που απονέμει κάθε χρόνο χρηματικά βραβεία σε επιστήμονες και ερευνητικές ομάδες που ξεχώρισαν σε επιλεγμένα επιστημονικά πεδία.

Το Ίδρυμα Αποκαταστάσεως Ομογενών Εξ Αλβανίας και το Ίδρυμα Επιμελείας του Παιδιού αποτελούν και εκείνα με τη σειρά τους σημαντικούς σταθμούς στο φιλανθρωπικό του έργο.

Ακόμα όμως και όταν ο ίδιος δεν προέβαινε στην ίδρυση κάποιου κοινωφελούς ιδρύματος δεν ήταν λίγες οι φορές που ενίσχυσε τη δράση και άλλων σημαντικών Ιδρυμάτων της Ελλάδος και του εξωτερικού, όπως το Ίδρυμα Ζολώτα, το Ίδρυμα Ερευνών για το Παιδί, το Ίδρυμα Fulbright κλπ.

Η κοινωφελής δράση του Ιωάννη Σ. Λάτση συνδυάστηκε με μερικά σημαντικά έργα που φέρουν το όνομά του. Το 1995 παραδόθηκε στη διοίκηση του Κολλεγίου Αθηνών το κτιριακό συγκρότημα του Λάτσειου Διδακτηρίου συνολικής έκτασης 10.000 τ.μ.. Το 2005 παρεδώθει η μονάδα εγκαυμάτων με το όνομα Λάτσειο Κέντρο Εγκαυμάτων πλήρως εξοπλισμένη στο Ελληνικό Δημόσιο, κάτι το οποίο είχε συμφωνήσει ο ίδιος από το 1999, ενώ με δικά του έξοδα αναπαλαίωσε το θέατρο Απόλλων στον Πύργο και έχτισε το Λάτσειο δημοτικό μέγαρο στην ίδια πόλη.
 

Για την ανθρωπιστική και φιλανθρωπική του συνεισφορά ο Λάτσης τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με τον Χρυσό Σταυρό της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα το 1963, με το Ανώτατο Παράσημο του Τάγματος του Φοίνικος από τον Βασιλέα Παύλο το 1965, με τον Βαθμό του Ανωτέρου Ταξιάρχου από τον Πατριάρχη Αντιοχείας το 1976, με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1989 και με τον Χρυσό Σταυρό από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο το 1995.

Το δυνατό όνομα που ο Λάτσης απέκτησε στον επιχειρηματικό κόσμο και τον έκανε παγκοσμίως γνωστό δεν θα μπορούσε να μην γίνει και η αφορμή για τη συναναστροφή του με γνωστές προσωπικότητες ανά τον κόσμο.

Εκείνη από τις οποίες ξεχώριζε πάντα ήταν και η στενή σχέση που είχε με την Αγγλική Βασιλική Οικογένεια. Μάλιστα το γεγονός της γενναιόδωρης προσφοράς του στο Ίδρυμα Καρόλου τον έκανε τον πιο γνωστό Έλληνα ανάμεσα στην Αγγλική Βασιλική Οικογένεια.  H έπαυλή του, Bridgewater House, στο Γκριν Παρκ, δίπλα στο πατρικό της Nταϊάνα, αγοράστηκε το ’82 για 6,6 δισ. και αποτελεί έμβλημα χλιδής. Tο 1990 ο Λάτσης φιλοξένησε σε αυτό το μοναδικό σπίτι τη Διάσκεψη Kορυφής του NATO, όπου υπεγράφη και η ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ψυχρού Πολέμου.

Η ζωή του αποτελεί ένα μίτο που ξετυλίγει μια ιστορία πλούτου, ιστορικών στιγμών για την Ελλάδα και τον κόσμο αλλά και της ιστορίας ότι ποτέ δεν μπορείς να παραβλέπεις τις ρίζες σου. Από που ξεκινάει κανείς μας κάνει ολοφάνερο ο Γιάννης Λάτσης ότι θα αποτελέσει και την πρώτη ύλη για το που θα φτάσει και πόσο θα παλέψει για τους στόχους του.

Ο ίδιος μπορεί να πλούτισε και να έζησε μέσα στη χλιδή, τα παιδικά του βιώματα όμως δεν θα μπορούσαν ποτέ να τον μετατρέψουν σε έναν υπερόπτη αλαζόνα που δεν μπορεί να αισθανθεί συμπόνια για τους συνανθρώπους του. Άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στην Εκάλη το 2003 σε ηλικία 93 ετών. (πηγή: Ίδρυμα Λάτση).


O τελευταίος Eλληνας μεγιστάνας

Χαρακτηριστικά στιγμιότυπα από τη ζωή του «καπετάν Γιάννη» Λάτση, όπως τα περιγράφει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Καπράνος, στην Καθημερινή.

Όταν γράφεις για τον Γιάννη Λάτση, αποκλείεται να παρασυρθείς και να περάσεις στην «αγιογραφία». Ο εκλιπών δεν ήταν, ασφαλώς, άγιος. Άγιοι δεν υπάρχουν στη γη.

Ο Γιάννης Λάτσης έκλεισε με την αναχώρησή του την εποχή των «Eλλήνων μεγιστάνων». Μπορεί να μη διέθετε τη στίλβη του Ωνάση και του Νιάρχου, αλλά θα μπορούσε κανείς να τον τοποθετήσει σ’ αυτήν την κατηγορία. Γεννημένος το 1910 στο Κατάκολο από γονείς με καταγωγή βορειοηπειρώτικη, έβρεξε τα πόδια του στο νερό εξ απαλών ονύχων. Ζυμώθηκε με τη θάλασσα, αφού ο πατέρας ήταν ψαράς, έγινε ένα με τη ζωή, απέκτησε νωρίς το πρώτο πλεούμενο, αφού είχε γίνει καπετάνιος, πέρασε όπως πέρασε τα χρόνια της Κατοχής, και μετά την απελευθέρωση άρχισε να δραστηριοποιείται για τα καλά στη θάλασσα...

«Πάμε κρουαζιέρα γιατρέ;» ρώτησε ο κύριος Βαλούρδος τον πατέρα μου. «Θα πάρω και τα παιδιά μαζί», απάντησε ο γιατρός και βρεθήκαμε στη «Νεράιδα» για κρουαζιέρα στον Σαρωνικό. Αίγινα-Μέθανα-Πόρος-Yδρα-Σπέτσες σε μια μέρα, προσφορά του Βαλούρδου, λογιστή στη «Νεράιδα» και πελάτη του πατέρα μου, ιατρού στον «Οίκο του Ναύτου». Εκεί, μοναδικός επιβιώσας από τη θαλασσοταραχή, αφού τα άλλα τέσσερα αδέλφια δεν άντεχαν τη θάλασσα, άκουσα τη συζήτηση.

— Πολλά λεφτά ο Λάτσης, γιατρέ. Δεν είναι μόνο η «Εριέττα» και η «Νεράιδα», είναι και οι δουλειές με τον Νάσερ στην Αίγυπτο. Μπορεί να έδιωξαν από το Κάιρο και το Σουέζ τους Eλληνες, αλλά ο Λάτσης είναι έμπιστος του Νάσερ! Να μου το θυμηθείς, θα γίνει μεγάλος ο Λάτσης. Πολύ μεγάλος!

— Oσο μεγάλος και να γίνει κανείς, θα μικρύνει όταν έρθει η ώρα του, απεφάνθη ο πατέρας μου, που πίστευε σε άλλο Θεό, ασκούσε την ιατρική ως λειτούργημα και αν δεν εργαζόταν η μάνα μου θα είχαμε πεινάσει...

Οταν άρχισα τη δημοσιογραφία και εντάχθηκα στο ναυτιλιακό ρεπορτάζ, γνωρίστηκα στη «Βραδυνή» με τον αείμνηστο Σπύρο Αλεξίου. Εκείνος μου γνώρισε τον Λάτση, τον οποίο συνάντησα κάποιες φορές και έτσι -σε συνδυασμό με πληροφορίες και ρεπορτάζ- μπορώ να έχω άποψη.

Κατ’ αρχήν ήταν άνθρωπος ιδιόρρυθμος. Το ντύσιμό του, τολμηρό σε χρώματα, περίεργο σε συνδυασμούς, μπορούσε να αρχίσει με ένα καρό υποκάμισο, να περάσει σε μια ριγέ γραβάτα και να καταλήξει σε ένα κοστούμι «καναρινί» ή «πετρόλ»! Oλα αυτά, όμως, ωχριούσαν εμπρός στο μόνιμο αξεσουάρ, που ήταν το «καπεταναίικο» καπέλο! Η προσφώνηση «καπετάν Γιάννη» ήταν η μόνη στην οποία απαντούσε...

Ο Γιάννης Λάτσης έφτιαξε μια κολοσσιαία περιουσία. Πλοία, κατασκευές στη Σαουδική Αραβία, ακίνητα σε όλη την Ευρώπη, τράπεζες. Αμύθητα πλούτη, τα οποία συνδύασε με έναν και μοναδικό γάμο, με την κυρία Εριέττα, τρία παιδιά, τον Σπύρο, τη Μαριάννα και τη Μαργαρίτα, και ενέα εγγόνια. Eδωσε μεγάλη σημασία στην οικογένεια και την κράτησε δεμένη, σε αντίθεση με τον Νιάρχο και τον Ωνάση, που δεν το κατάφεραν. Αυτό είναι, ίσως, το στοιχείο που δεν τον έκανε τόσο «σταρ». Oλα τα άλλα τα είχε. Χρήμα, δόξα, πλούτη, θαλαμηγούς, ιδιωτικά αεροπλάνα. Δεν προκάλεσε, όμως, ποτέ ερωτικό σκάνδαλο!

Για την περιουσία του Γιάννη Λάτση, τις επενδύσεις, τις φιλίες του με διασήμους, τους οποίους προσφωνούσε με τα μικρά τους ονόματα («Μάγκι» φώναζε τη Θάτσερ, «Γιώργο» τον πατέρα Μπους), την αθυροστομία του («βασίλισσά μου, μπορώ να πω ότι παραμένεις ωραία γκόμενα» είπε στην εμβρόντητη Ελισάβετ της Αγλίας σε μια από τις συναντήσεις τους εις επήκοον πολλών υψηλών προσώπων), τις δωρεές του (ιδρύματα, σχολεία, κτίρια, το κρουαζιερόπλοιο που στέγασε επί μακρόν σεισμοπαθείς στην Καλαμάτα) γράφηκαν ήδη πολλά και ίσως είναι, εν πολλοίς, γνωστά.

Ας μου επιτραπούν κάποιες προσωπικές μαρτυρίες, που έχουν αξία ως «ανέκδοτα» και τις οποίες, ασφαλώς, προτιμά ο αναγνώστης από τις «αγιογραφίες» ή τις «απομυθοποιήσεις» στις οποίες συνηθίζουν να επιδίδονται οι φέροντες και χειριζόμενοι τη γραφίδα...

Το 1991, έχουμε ακολουθήσει τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη σ’ ένα από εκείνα τα εφιαλτικά ταξίδια, που άρχιζαν στις 5 το πρωί και τελείωναν ξημερώματα της άλλης μερας, αφού είχαμε επισκεφθεί τέσσερις-πέντε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες!

Σούρουπο πια, περιμένουμε έξω από την «Ντάουνινγκ στρητ 10» να βγουν ο Κ. Μητσοτάκης και ο Τζον Μέιτζορ για να κάνουν δηλώσεις. Εξαντλημένοι, έχουμε αρχίσει να νυστάζουμε, όταν ανοίγει η πόρτα της πρωθυπουργικής κατοικίας και βγαίνει ο... Λάτσης! Εκεί, έζησα μια από τις πλέον σουρεαλιστικές σκηνές της δημοσιογραφικής μου ζωής. Μόλις βλέπουν τον Λάτση οι φωτορεπόρτερ, που είχαν έλθει μαζί μας στην αποστολή, αρχίζουν να φωνάζουν ομαδικά «γεια σου μπαρμπα-Γιάννη»! Ο Λάτσης ξαφνιάζεται, κοντοστέκεται, φέρνει το χέρι στο γείσο του καπέλου για να «κοζάρει» καλύτερα, βλέπει τους φωτογράφους και... αρχίζει να τους βρίζει!

«Βρε μ...! Βρε π...!» και καθώς βρίζει, γελώντας, βγάζει από τις τσέπες του χρήματα, πολλές και κολλαριστές» στερλίνες, και αρχίζει να τις σκορπάει στον αέρα, προς το μέρος των φωτογράφων!

—Γεια σου, μπαρμπα– Γιάννη! Εξακολουθούσαν να φωνάζουν εκείνοι ενώ, με χορευτικές κινησεις, μάζευαν τα χρήματα από κάτω.

—Γεια σας ρε παλιομ...! Γεια σας ρε παλιοπ...! φώναζε, γελώντας, ο Λάτσης και σκορπούσε στερλίνες, μέχρι που μπήκε σ’ ένα αυτοκίνητο και χάθηκε. Η όλη σκηνή μου θύμισε χορό από έργο του Αριστοφάνη. Ως άλλος Δικαιόπολις, ο μεγιστάν κατελάμβανε την ορχήστρα με βήματα χορευτή, σκορπών τα χρήματα. Και οι φωτορεπόρτερ, ως εσμάριον καρβουναραίων εξ Αχαρνών, συνέλεγαν τα χαρτονομίσματα με κινήσεις επίσης χορευτικές. Eλειπε ένας τραγοπόδαρος και οινόφλυξ Παν για να στηθεί το όργιο!

Αργότερα, ο παλαίμαχος φωτορεπόρτερ Δημήτρης Πουλακίδας, μου μίλησε για την περίεργη σχέση Λάτση-φωτορεπόρτερ.

«Mας βρίζει, αλλά μας αγαπάει».

«Του αρέσει να μας βρίζει αλλά μας αγαπάει. Πληρώνει πάντα τις φωτογραφίες που θα του πάμε, αλλά με γκρίνια»!

— Ακουσε κατι. Το θέμα δεν είναι να έχεις περιουσία και δύναμη. Το θέμα είναι να ξέρεις μέχρι πού πρέπει να φτάσεις. Εγω πολλές φορές έχω φτάσει κοντά στα άκρα. Μόλις, όμως, αντιληφθώ ότι το παρακάνω, σταματάω, μου είχε πει ο Λάτσης όταν τον είχα συναντήσει στην Αθήνα, στην Oθωνος. Δεν ξέρω αν αντιλαμβανόταν πότε «το παράκανε». Πάντως, είναι βέβαιο ότι του άρεσε «να το παρακάνει»...

— Ο Ωνάσης έχει τη «Χριστίνα», ο Νιάρχος την «Κρεολή» κι εγώ την Εριέττα, τον Σπύρο, τη Μαριάννα και τη Μαργαρίτα.

—Εχετε τέσσερις θαλαμηγούς, κύριε Λάτση;

—Οχι, μια γυναίκα μόνιμη και τρία παιδιά!

«Ελάτε εδώ, ρε!»

Έτος 1986, στο πλοίο «Ελλάς Φως», στην Ελευσίνα, το μεγαλύτερο δεξαμενόπλοιο του κόσμου, που υψώνει ελληνική σημαία. Εκεί ο Ανδρέας Παπανδρέου, πρωθυπουργός, και ο Κων. Μητσοτάκης, πρόεδρος της Ν.Δ., που είχε χάσει τις εκλογές του ’85 αλλά είχε αρχίσει να «κερδίζει πόντους». Εκεί και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ. Ο Λάτσης γνώριζε πολύ καλά την αξία του χρήματος. Γνώριζε επίσης ότι αν δεν ήταν αυτός που ήταν, δεν θα είχε επιρροή στους κατέχοντες τα οφίκια της εξουσίας. Eτσι, απολάμβανε να ασκεί αυτήν την «εξουσία» σ’ εκείνους που όλοι -πλην του ιδίου- θεωρούσαν «μεγάλους» και «δυσθεώρητους»...

— Ελάτε εδώ, ρε! είπε ο Λάτσης και οι Παπανδρέου και Μητσοτάκης τον ακολούθησαν στα ενδότερα του πλοίου, όπου είχε ήδη περάσει ο Σεραφείμ. Εκεί, λοιπόν, διημήφθη διάλογος ουδόλως κομψός, καθώς ο Λάτσης «κατσάδιασε» τον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης «επειδή τσακώνονται και τελικά δεν δουλεύει τίποτα στη χώρα»! Oταν άκουσα όσα μου μετέφερε ο συνομιλητής μου, παρών στον διάλογο (περι μονολόγου εκ βωμολοχιών μάλλον επρόκειτο) απόρησα. «Μα, καλά, τους μιλούσε έτσι; Και δεν αντέδρασαν;». Η απάντηση ήταν αφοπλιστική. «Κοίταξε, ο Λάτσης αυτός είναι. Αθυρόστομος και γκρινιάρης. Τον ξέρουν, όμως και δεν παρεξηγούνται. Ο Λάτσης βοηθάει τα κόμματα, φυσικά»...


Άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στην Εκάλη το 2003 σε ηλικία 93 ετών.






Πηγή: Capital
Klik


Δεν υπάρχουν σχόλια: